Τώρα κρατήσου απ' τα σκοινιά της θύελλας
Πες μου ποιος είμαι να σου πω ποιος είσαι
Είσαι καλός, είσαι άνθρωπος, έχεις μεγαλώσει
Με πετεινούς, χρυσόμυιγες, γοβιούς, γεράνια
Σε μιαν αυλή μικρή που την κουνούσε η θάλασσα
Πέρα-δώθε
Θυμάσαι
Μιαν αυλή που μεγάλωνε, χωρούσε λόφους, κάμπους
Ποτάμια, κερασιές, καμπαναριά
Βρακουλάδες που έρριχναν φωτιά του Τούρκου
Τον καιρό που η μητέρα σου ήταν
Σαν μια Παναγιά μικρή
Θυμάσαι
Η απλή ζωή πιο πλούσια
Κι από δάγκαμα σύκου πλάι σε φίλο, πιο σεμνή
Κι από λόγο πουλιού σε δέντρων εκκλησίασμα
Νύχτα-μέρα κρατούσε τον κανόνα
Θυμάσαι
Μέρα-νύχτα πιο γλυκιά η φωνή σου
Σαν αχτίδα μες στα νέα λεμόνια έλαμπε
Κι η καρδιά σου η αθώα
Μέσα στου γλαυκού βυθού τον ουρανό
Σαν άστρο
Είσαι καλός, έχεις πηδήξει πάνω από φωτιές
Έχεις χαϊδέψει
Στο χνούδι του νερού νησιά παιδόπουλα
Νέος στα χώματά τους έχεις δει
Μια κόρη από αλαφρόπετρα και αυγή
Να χαράζει σε φλούδα δεσπολιάς το πρώτο γράμμα σου.
Χτύπα γι' αυτά τα τίμια και τ' αγαθά
Η ζωή γι' αυτά δε θα χαθεί ποτέ της
Χτύπα από τα μάτια σου ν' αντιλαμπίσει
Το μαρμαρένιο σπίτι
Πούχει ψηλά στη στέγη
Του κατακλυσμού το πρώτο περιστέρι
Γύρω-γύρω περβόλια με νερά
Της Υπομονής το χάλκινο άγαλμα στην είσοδο
Και βαθιά στο κελλάρι
Τη σοδειά της φυλής
Θησαυρισμένη όπως το λάδι
Σ' ένα πιθάρι πατρογονικό, γαλήνιο.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Απόσπασμα από το ποιητικό έργο "Η Καλωσύνη στις λυκοποριές"
από το ΑΝΟΙΧΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
Πες μου ποιος είμαι να σου πω ποιος είσαι
Είσαι καλός, είσαι άνθρωπος, έχεις μεγαλώσει
Με πετεινούς, χρυσόμυιγες, γοβιούς, γεράνια
Σε μιαν αυλή μικρή που την κουνούσε η θάλασσα
Πέρα-δώθε
Θυμάσαι
Μιαν αυλή που μεγάλωνε, χωρούσε λόφους, κάμπους
Ποτάμια, κερασιές, καμπαναριά
Βρακουλάδες που έρριχναν φωτιά του Τούρκου
Τον καιρό που η μητέρα σου ήταν
Σαν μια Παναγιά μικρή
Θυμάσαι
Η απλή ζωή πιο πλούσια
Κι από δάγκαμα σύκου πλάι σε φίλο, πιο σεμνή
Κι από λόγο πουλιού σε δέντρων εκκλησίασμα
Νύχτα-μέρα κρατούσε τον κανόνα
Θυμάσαι
Μέρα-νύχτα πιο γλυκιά η φωνή σου
Σαν αχτίδα μες στα νέα λεμόνια έλαμπε
Κι η καρδιά σου η αθώα
Μέσα στου γλαυκού βυθού τον ουρανό
Σαν άστρο
Είσαι καλός, έχεις πηδήξει πάνω από φωτιές
Έχεις χαϊδέψει
Στο χνούδι του νερού νησιά παιδόπουλα
Νέος στα χώματά τους έχεις δει
Μια κόρη από αλαφρόπετρα και αυγή
Να χαράζει σε φλούδα δεσπολιάς το πρώτο γράμμα σου.
Χτύπα γι' αυτά τα τίμια και τ' αγαθά
Η ζωή γι' αυτά δε θα χαθεί ποτέ της
Χτύπα από τα μάτια σου ν' αντιλαμπίσει
Το μαρμαρένιο σπίτι
Πούχει ψηλά στη στέγη
Του κατακλυσμού το πρώτο περιστέρι
Γύρω-γύρω περβόλια με νερά
Της Υπομονής το χάλκινο άγαλμα στην είσοδο
Και βαθιά στο κελλάρι
Τη σοδειά της φυλής
Θησαυρισμένη όπως το λάδι
Σ' ένα πιθάρι πατρογονικό, γαλήνιο.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Απόσπασμα από το ποιητικό έργο "Η Καλωσύνη στις λυκοποριές"
από το ΑΝΟΙΧΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
| |